Μερικές μικρές ιστορίες που περνούν την διάβαση του τραίνου φευγαλέα…

 

…βρίσκομαι στον βυθό της θάλασσας..πατώ πάνω στον ουρανό..έχω όχημα μου τα σύννεφα και δίπλα κολυμπούν πολύχρωμα ψάρια..και καθώς αιωρούμαι στα κύματα, ονειρεύομαι γκρίζους ουρανοξύστες ανθρώπους κρεμασμένους σε λεπτοδείκτες να αναζητούν το φεγγάρι..άλλα βλέπουν μόνο φώτα…άλλα εμένα το φεγγάρι μου χαμογελά τις νύχτες που αιωρούμαι πάνω στα κύματα..


…και από κει που ήμασταν το τοπίο άλλαξε..ο χώρος δεν ήταν όπως πάντα θα έπρεπε να ήταν…και όσο συνέβαινε αυτό μπροστά στα μάτια μας δεν έπρεπε να μέναμε βουβοί..τελικά μείναμε και το έδαφος που φιλοξενούσε άρχιζε να μας κατασπαράζει..και ήταν τόσο απλό…από τότε λίγοι αναρωτιούνται αν οι σκιές στο τοίχο είναι οι αλυσίδες τους και οι πολλοί άπλα έχουν ζωγραφίσει πάνω στις τελευταίες..σημαίες πατρίδες κόμματα θεούς και οτιδήποτε τους ταξιδεύει στην λήθη του είναι..

…το τραγούδι που σιγοψιθυρίζω τις νύχτες έμεινε μόνο του να ζωγραφίζει το φεγγάρι με χρώματα ..νεράιδες με φτερά πεταλούδας χαμογελούν στους νυσταγμένους ταξιδιώτες του τραίνου οι οποίοι χαϊδεύουν το γκρίζο και ψάχνουν κάπου να σφυρίξουν μια μελωδία χωρίς σκοπό…. το τραίνο ταξιδεύει πάνω στα σύννεφα και τα άστρα είναι τα φώτα των πολυκατοικιών..είναι κάνεις άραγε μέσα να βλέπει τον καπνό του τραίνου που χορεύει στον ουρανό με μελωδίες και χρώματα;

…πάντα θαύμαζα το γεγονός ότι περιστρεφόταν ο κόσμος, άλλοτε γύρω από τον εαυτό του, άλλοτε γύρω από ένα ήλιο .. μέχρι καμία στιγμή απόψε να περιστρέφεται και τα πάντα έπαψαν σχεδόν να κινούνται και ο κόσμος χωρίστηκε στα δυο..στον κόσμο της αιωνίας νύχτας και στον κόσμο της αιωνίας μέρας..από τότε όσα είχαν κάποια σημασία έπαψαν σιγά να έχουν νόημα και στους δυο κόσμους..αυτό που πάντα ήθελε να άλλαζε συντηρούσε αυτό πάντα ήθελε να μείνει ίδιο..έτσι το χθες το σήμερα και το αύριο έγιναν ένα στους δυο κόσμους… πλέον κάνεις δεν πήγαινε σε ναούς , δεν ήθελε να δημιουργήσει, να βγάλει λεφτά..στην αρχή οι δυο κόσμοι επιχείρησαν να κάνουν πόλεμο..ο ένας ήθελε το φεγγάρι.. ο άλλος ήθελε τον ήλιο..άλλα στο τέλος δεν είχε ούτε αυτό σημασία.. έτσι μια μέρα καθώς περπατούσα στο δάσος άκουσα μια περίεργη μουσική …τότε είδα γυμνές γυναίκες με μαύρες μάσκες αλεπούς να παίζουν μιαν αλλόκοτη μελωδία και άνδρες με λευκές μάσκες αλεπούς να παίζουν έναν απόκοσμο ρυθμό..τότε διαπίστωσα ότι ήταν παιδιά που έβλεπαν τα δέντρα να χορεύουν .. ήμασταν στον ενδιάμεσο κόσμο του ημίφωτος..τότε ένα κορίτσι με πηρέ από το χέρι και με το τραίνο γυρίσαμε τον κόσμο..οι ουρανοξύστες που κάποτε έφταναν τους ουρανούς είτε είχαν ερειπωθεί είτε είχαν γκρεμιστεί..τα άλλοτε μνημεία του παλαιού κόσμου είχαν καταλειφθεί από αναρριχητικά φυτά και μαϊμούδες και οι άνθρωποι του παλαιού κόσμου ..αυτοί που κάποτε ευχόταν να γυρίσει η περιστροφή έβγαλαν ρίζες με αποτέλεσμα οι πάλαιες πόλεις να γίνουν δάση και κάνεις να μην θυμάται πως κάποτε ήταν..και τότε άρχισε ξανά η περιστροφή μέσω μουσικών και χορών ..και έμειναν παιδιά να ξαναχτισθούν τον κόσμο ώστε να μην σταματήσει να περιστρέφεται ξανά ..δεν θυμάμαι γιατί εμείς μείναμε..μάλλον σαν μνημεία..σαν αυτό που ο νέος κόσμος δεν έπρεπε να γίνει..ακόμα θαυμάζω το γεγονός ότι ο κόσμος περιστρέφεται..